Οδοντιατρική Σύννεφα

Ημερολόγιο


Τελευταία δημοσίευση:
12 Δεκεμβρίου 2011

Πρώτη δημοσίευση:
21 Μαρτίου 2003

Συντάκτης:
Οδοντιατρική

Γενική εξέταση αίματος
Αιμοληψία
Κρεατινίνη (creatinine): 0,8-1,4 mg/dl
Εξέταση χρήσιμη για την ανίχνευση μειωμένης νεφρικής λειτουργίας.
Η κρεατινίνη είναι μεταβολικό προϊόν της κρεατίνης, η οποία βρίσκεται σε αφθονία στους μυς και χρησιμοποιείται ως σημαντική πηγή ενέργειας για τη λειτουργία τους. Η ημερήσια παραγωγή της εξαρτάται από τη μυϊκή μάζα του ατόμου (γι αυτό και είναι μικρότερη στις γυναίκες) και η διακύμανσή της είναι πολύ μικρή.

Η κρεατινίνη αποβάλλεται από τους νεφρούς και η μέτρηση των επιπέδων της στο αίμα χρησιμοποιείται για να εκτιμηθεί η νεφρική λειτουργία. Μαζί με την ουρία είναι οι δύο σημαντικότεροι δείκτες λειτουργίας των νεφρών.

Υψηλές τιμές μπορεί να προκύψουν σε :
  • Προνεφρικά προβλήματα (υπόταση, υποογκαιμία)
  • Νεφρικά προβλήματα
  • Μετα-νεφρικά προβλήματα (πχ. απόφραξη του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος)
  • Ορμονικές διαταραχές (μεγαλακρία, υπερθυρεοειδισμός)
Μειωμένα επίπεδα μπορεί να παρατηρηθούν σε καταστάσεις απίσχνανσης των μυών και στην εγκυμοσύνη. Ορισμένα φάρμακα και ουσίες επηρεάζουν το χρωματομετρικό σύστημα που χρησιμοποιείται για τη μέτρησή της.
Χολερυθρίνη (bilirubin): 0,3-1,9 mg/dl
Η εξέταση της ολικής και της άμεσης χολερυθρίνης είναι χρήσιμη για τη διερεύνηση και την παρακολούθηση ηπατοχολικών νοσημάτων και αιμόλυσης.
Η χολερυθρίνη παράγεται στα μακροφάγα κύτταρα από τον μεταβολισμό της αιμοσφαιρίνης των γερασμένων ερυθροκυττάρων. Απελευθερώνεται βαθμιαία στο αίμα, όπου συνδέεται με την αλβουμίνη (αν και συνδεδεμένη, αυτή η μορφή χολερυθρίνης ονομάζεται ελεύθερη ή έμμεση). Από την αλβουμίνη αποσυνδέεται τη στιγμή που περνάει τη μεμβράνη των ηπατοκυττάρων.

Στο ήπαρ το μεγαλύτερο μέρος της χολερυθρίνης συνδέεται με γλυκουρονικό οξύ (αυτή η μορφή λέγεται άμεση χολερυθρίνη) και εκκρίνεται στη χολή. Η ολική χολερυθρίνη του πλάσματος είναι το άθροισμα της έμμεσης και της άμεσης μορφής.

Άνοδος των επιπέδων της έμμεσης χολερυθρίνης μπορεί να συμβεί όταν ο ρυθμός παραγωγής της υπερβαίνει το ρυθμό σύζευξής της στο ήπαρ. Παρατηρείται στην αιμόλυση, σε διάφορες αναιμίες και στο σύνδρομο Gilbert (κληρονομική δυσκολία σύζευξης της χολερυθρίνης). Επίσης ο φυσιολογικός ίκτερος των νεογνών οφείλεται σε άνοδο της τιμής της έμμεσης χολερυθρίνης (ίκτερος είναι ο αποχρωματισμός του δέρματος και των οφθαλμών λόγω της ανόδου των επιπέδων της χολερυθρίνης στο αίμα πάνω από ~2,5 mg/dl.

Άνοδος των επιπέδων της άμεσης χολερυθρίνης μπορεί να συμβεί σε ηπατικά νοσήματα ή σε απόφραξη της χοληφόρου οδού (τα επίπεδά της ανεβαίνουν στο ήπαρ και τελικά διαφεύγουν στο αίμα).

Οι φυσιολογικές τιμές της άμεσης χολερυθρίνης κυμαίνονται μεταξύ 0-0,3 mg/dl.
Ουρικό οξύ (uric acid): 3,5-7,0 mg/dl
Εξέταση χρήσιμη για τη διάγνωση και την παρακολούθηση της ουρικής αρθρίτιδας, της υπέρτασης λόγω εγκυμοσύνης και της θεραπευτικής αγωγής κακοηθών νεοπλασιών.
Το ουρικό οξύ είναι το τελικό μεταβολικό προϊόν των πουρινών (δομικών μονάδων του RNA και του DNA). Το μεγαλύτερο μέρος του παράγεται στο ήπαρ και εν συνεχεία απεκκρίνεται από τους νεφρούς.

Αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα μπορεί να προκύψουν όταν υπάρχει σημαντική καταστροφή κυττάρων που περιέχουν πουρίνες ή όταν υπάρχει πρόβλημα απέκκρισής του από τους νεφρούς.

Επειδή το ουρικό οξύ είναι μία χημική ένωση που απελευθερώνεται στο αίμα από κύτταρα που πεθαίνουν, η μαζική καταστροφή καρκινικών κυττάρων (φυσιολογικά ή σαν αποτέλεσμα χημειοθεραπείας), είναι χρήσιμος δείκτης για την παρακολούθηση της θεραπευτικής αγωγής νεοπλασμάτων.

Αύξηση του ουρικού οξέος παρατηρείται επίσης σε ορισμένες ορμονικές και μεταβολικές διαταραχές και σε δίαιτα πλούσια σε πουρίνες.

Τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε πουρίνες είναι συνήθως τροφές πλούσιες και σε πρωτεΐνες. Σε αυτές συγκαταλέγονται πολλές μορφές κρέατος (νεφροί, ήπαρ, πάγκρεας, εγκέφαλος, μύες) από ζώα που αποτελούν συνήθεις διατροφικές επιλογές (μοσχάρι, χοιρινό, αρνί, κουνέλι, κοτόπουλο, γαλοπούλα, πάπια) και ορισμένα ψάρια και θαλασσινά (σαρδέλες, βακαλάος, πέρκα, όστρακα).

Πουρίνες υπάρχουν και σε ποτά όπως η μπύρα και το κρασί, αλλά και σε λαχανικά (σπανάκι, κουνουπίδι, φακές, μανιτάρια, φασόλια κ.α.).

Η υπερουρικαιμία ευνοεί την ανάπτυξη ουρικής αρθρίτιδας σε προδιαθεσικά άτομα. Κατά κανόνα η περιορισμένη διαλυτότητα του ουρικού οξέος στα ούρα δεν αποτελεί πρόβλημα. Υπό ορισμένες όμως συνθήκες όπως όταν τα ούρα είναι πολύ όξινα ή όταν έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ασβέστιο, τότε τα ουρικά άλατα μαζί με τα άλατα του ασβεστίου μπορούν να προκαλέσουν το σχηματισμό λίθων στους νεφρούς ή την κύστη.

Υψηλά επίπεδα ουρικού οξέος μπορεί επίσης να σχετίζονται με οξέωση, αλκοολισμό, διαβήτη, ουρική αρθρίτιδα, υποπαραθυρεοειδισμό, λευχαιμία, νεφρολιθίαση, πολυκυτταραιμία, νεφρική ανεπάρκεια, τοξιναιμία της κυήσεως.

Ορισμένα φάρμακα ανεβάζουν τα επίπεδα του ουρικού οξέος στον οργανισμό (ασπιρίνη, καφεΐνη, διαζοξίδη, διουρητικά, επινεφρίνη, λεβοντόπα, μεθυλντόπα, φαινοδιαζίνες, θεοφυλλίνη). Υπάρχουν όμως και φάρμακα τα οποία προκαλούν μείωση των επιπέδων (κορτικοστεροειδή, οιστρογόνα, γλυκόζη, προβενεσίδη, βαρφαρίνη, αζαθειοπρίνη, αλλοπουρινόλη, κλοφιβράτη).

Μειωμένα επίπεδα εμφανίζονται στο σύνδρομο Fanconi, στη νόσο Wilson και σε δίαιτα φτωχή σε πουρίνες.
© Copyright : Odontiatriki.gr 2000-2024
All rights reserved. No part of this website may be reproduced, in any form or by any means,
without permission in writing from the webmaster